Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

φαίνομαι (είμαι) μιά

  • 1 χαρά

    η
    1) радость; веселье;

    με χαρили μετά χαρας — с удовольствием, охотно;

    είμαι τρελλός από χαρά — не помнить себя от радости;

    2) свадьба;

    κάνω χαρά — справлять свадьбу;

    καί στίς χαρές σας! — за вашу скорую свадьбу!;

    § μιά χαρά — превосходно, прекрасно;

    φαίνομαι (είμαι) μιά χαρά — выглядеть (чувствовать) себя прекрасно;

    χαρά στο πράμα — пустяки;

    χαρά σ' εμάς — мы счастливы;

    (η)μέρα (είναι) χαρά Θεού — чудесный день;

    με γεια σου με χαρά σου! — на здоровье!

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > χαρά

  • 2 пропасть

    θ.
    1. βάραθρο• άβυσσος• χάσμα•

    бездонная пропасть απύθμενο χάσμα άβυσσος.

    || γκρεμός, κρημνός•

    быть на краю -и είμαι στην άκρη (στο χείλος) του γκρεμού.

    2. μτφ. αγεφύρωτο χάσμα (το ασυμβίβαστο απόψεων, διαφορών κ.τ.τ.).
    3. πλήθος μεγάλο• μελίσσι, εσμός• τεράστια ποσότητα.• σωρός•

    пропасть народа μεγάλη πολυκοσμία, κοσμοπλημμύρα, ανθρωποθάλασσα.• у него пропасть врагов αυτός έχει ένα σωρό εχθρούς•

    в комнате была пропасть муссору στο δωμάτιο ήταν σωρός τα σκουπίδια.

    4. επιφ. να παρ η οργή! αθεόφοβε! χαμένο κορμί.
    εκφρ.
    пропасть и нет – δε θα χαθείς, δε θα σκοτωθείς ή δε θα πέσεις από το γκρεμό.
    -паду, -падшь, παρλθ. χρ. пропал
    -ла, -ло, μτχ. παρλθ. χρ. пропавший ρ. σ.
    1. χάνομαι, εξαφανίζομαι, γίνομαι άφαντος, εκλείπω•

    -ло письмо χάθηκε το γράμμα•

    у меня -ла собака έχασα το σκυλί•

    всё -ло όλα χάθηκαν, το παν χάθηκε.

    2. κρύβομαι• δε φαίνομαι ή δεν ακούομαι•

    -ли горы χάθηκαν τα βουνά•

    голоса -ли вдали οι φωνές χάθηκαν(έσβησαν) μακριά.

    || αργώ να επιστρέψω•

    он ушл и -ал на неделю αυτός έφυγε και χάθηκε για μια βδομάδα•

    где ты -ал? που χάθηκες; τι έγινες; που ήσουν;

    3. καταστρέφομαι•

    цветы -ли от мороза τα λουλούδια καταστράφηκαν από τον πάγο.

    || φονεύομαι, σκοτώνομαι, χάνομαι•

    сын его -ал в войне το παιδί του χάθηκε στον πόλεμο.

    4. παραμένω ανώφελος, άκαρπος•

    -дут мой труды θα πάνε χαμένες οι εργασίες μου (οι κόποι μου).

    εκφρ.
    пропасть даром (попусту) – χάνομαι άδικα.• пиши -ло πες πως χάθηκε.

    Большой русско-греческий словарь > пропасть

См. также в других словарях:

  • είμαι — (AM εἰμί Α και αιολ. τ. ἐμμί Μ και εἶμαι) 1. υπάρχω, ζω («...ήταν ένας γέρος και μια γριά», «οὐκ ἐσθ οὗτος ἀνήρ οὐδ ἔσσεται» δεν υπάρχει ούτε πρόκειται να υπάρξει) 2. (για πράγματα) υπάρχω, βρίσκομαι) («δεν είναι στάρι φέτος», «ὁ παράδεισος αὐτὸς …   Dictionary of Greek

  • συντακτικό — Μελέτη των συντακτικών αξιών των γλωσσικών τύπων. Από τους διάφορους τομείς έρευνας, που κληρονόμησε η σύγχρονη γλωσσολογία από την παραδοσιακή κανονιστική γραμματική, το σ. είναι εκείνο που θέτει τα περισσότερα προβλήματα. Κατά την αρχαία και τη …   Dictionary of Greek

  • δοκώ — (I) (AM δοκῶ, έω) Ι. δοκώ αρχ. μσν. και «δοκεῑ μοι» νομίζω, θαρρώ νεοελλ. (ε)δοκήθηκα αντιλήφθηκα αρχ. μσν. 1. απρόσ. «δοκεῑ μοι» μού φαίνεται ορθό 2. (προσωπικό με δοτ.) φαίνομαι («μάλα μοι δοκέει πεπνυμένος εἶναι», Αισχ.) 3. (για πρόσ.)… …   Dictionary of Greek

  • πρέπω — ΝΜΑ 1. (κυρίως στο γ εν. και πληθ. πρόσ. με δοτ. προσ. η οποία στα νεοελλ. έγινε γεν. προσ. αντων.) αρμόζω, ταιριάζω, είμαι κατάλληλος για κάποιον ή κάτι (α. «τι έχω γυναίκα όμορφη και δεν τής πρέπουν μαύρα», δημ. τραγούδι β. «και περισσότερη… …   Dictionary of Greek

  • παρέχω — ΝΜΑ 1. δίνω κάτι σε κάποιον, εγχειρίζω («δῶρα μέν, αἰ κ ἐθέλησθα, παρασχέμεν», Ομ. Ιλ.) 2. προμηθεύω, χορηγώ 3. προξενώ, προκαλώ (α. «η παρουσία σου μάς παρέχει ευχαρίστηση» β. «ἀλλήλησι γέλω τε καὶ εύφροσύνην παρέχουσι», Ομ. Οδ.) 4. προσφέρω (α …   Dictionary of Greek

  • χάνω — ΝΜ 1. παύω να έχω κάτι («έχασα το πορτοφόλι μου») 2. στερούμαι ένα πρόσωπο λόγω θανάτου του (α. «πέρασε ένας χρόνος από τότε που έχασε το παιδί της» β. «πῶς τοῦτο ἐσυνέβηκεν, ἐχάσαμέν σε νέαν», Διγεν. Ακρ.) 3. μέσ. χάνομαι α) εξαφανίζομαι β)… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»